Τα χρόνια της αθωότητας
Έτσι που έβλεπα το φεγγάρι το μυαλό μου πήγε πίσω στα χρόνια της αθωότητας. Ήμασταν τρεις αχώριστες φίλες από το δημοτικό. Η κάθε μια είχε το δικό της χαρακτήρα. Δεν είχαμε καμία ομοιότητα μεταξύ μας αλλά κουμπώναμε εξαιρετικά και αυτό κρατάει χρόνια. Δοκιμασμένη αυτή η φιλία με πολλά μποφόρ αλλά και υπεροχές νηνεμίες. Πιστεύω τώρα που έχουν περάσει πολλά χρόνια η επιτυχία αυτής της φιλίας είναι ότι καμία δεν προσπάθησε να αντιγράψει την άλλη. Και οι τρεις διατηρήσαμε το δικό μας χαρακτήρα. Τα καλοκαίρια τα περνούσαμε μαζί όπως και τους χειμώνες στην εφηβική τρελή ηλικία. Κάθε Σάββατο είχαμε ελευθέρας ενώναμε το χαρτζιλίκι μας και πότε τσακίζαμε σουβλάκι πότε τυρόπιτες και καμία φορά βρώμικο που το λατρεύαμε. Αυτό το συγκεκριμένο σαββατόβραδο είχαμε αποφασίσει να ανέβουμε στην Ακρόπολη να δούμε το φεγγάρι με το απαραίτητο σουβλάκι… φυσικά κρυφά από τους γονείς μας και αυτό ήταν όλη η μαγεία, το κρυφό το συνωμοτικό και η πιο χαζή επανάσταση έχει τη χάρη της.
Στο δρόμο προς την Ακρόπολη ήμασταν γεμάτες χαρά ελεύθερες μακριά από τα συγγενικά μάτια τις κριτικές και τις νουθεσίες. Αισθανόμαστε ότι ήμασταν κοινωνοί κάποιου μεγάλου μυστικού που η ομερτά ήταν απαραβίαστη. Φτάνοντας στη Ακρόπολη ήταν σούρουπο ο Ναός ήταν επιβλητικός και σου προξενούσε κάποιο ρίγος, μας γλύκαιναν όμως τα φώτα της πόλης. Καμία από μας δεν ήθελε να δείξει το φόβο της. Καθίσαμε στο πεζούλι με κρεμασμένα πόδια προς τα κάτω. Επικρατούσε νεκρική ησυχία, σιγά σιγά το περιβάλλον άρχισε να γίνεται πιο φιλικό και μετά από αρκετή ώρα πιάσαμε τη κουβέντα γιατί φοβόμασταν πρώτον να χαλάσουμε τη γαλήνη του χώρου και το κυριότερο να νιώσουμε εμείς ασφάλεια. Όταν φτάσαμε αντιληφτήκαμε ότι αυτό που κάναμε δεν ήταν και τόσο έξυπνο αλλά καμία από τις τρεις δεν το σχολίασε.
Τα νιάτα προσαρμόζονται εύκολα οι φόβοι μας εξανεμίστηκαν και αρχίσαμε να καταθέτουμε τις ιστορικές μας γνώσεις. Πιστεύαμε ότι κάποια στιγμή θα εμφανιζόταν και Θεά Αθηνά. Λέγαμε λέγαμε ότι γνωρίζαμε. Η ώρα περνούσε η νύχτα απλωνόταν το φεγγάρι έλουζε το Ναό και αναδείκνυε τη μεγαλοπρέπεια του. Σε κάποια στιγμή μια από μας έβαλε το θέμα ξέρετε πως πήρε η Αθήνα το όνομα της. Φυσικά το ξέρουμε και ποιος είναι αυτός που δεν το ξέρει. Ναι γνωρίζετε ότι το σημείο που κτύπησε με την τρίαινα ο Ποσειδώνας είναι στο Ερέχθειο και το σημείο αυτό δεν το πείραξε ο αρχιτέκτονας που έφτιαξε το Ερέχθειο. Εκεί είναι το στόμιο ενός πηγαδιού που από κάτω περνά η θάλασσα. Λένε ότι αν πλησιάσεις ακούς τον παφλασμό της. Έλα φαντασιόπληκτη. Πάμε να δούμε. .
Την ωρα που σηκωθήκαμε να πάμε να βρούμε το πηγάδι με ένα μικρό τρακαδινι από το σκοτάδι. Ακούσαμε κάτι σαν εκπνοή θηλαστικού και μετά ένα μπλουμ.
Τα πόδια μας πάγωσαν… την αναπνοή την κρατούσαμε… πιαστήκαμε από τα χέρια και οι κόρες των ματιών ήταν διεσταλμένες από το φόβο θέλαμε να το βάλουμε στα πόδια μόνο που τα πόδια ήταν καρφωμένα . Την απόγνωση την έσωσε μια γλυκιά αντρική φωνή. Τι θέλετε τέτοια ώρα μικρές κοπέλες οι γονείς σας το ξέρουν. Ψελλίσαμε ένα ευχαριστώ για την σωτήρια παρουσία του και τον ρωτήσαμε ποιος είναι. Είμαι ο φύλακας… τώρα φύγετε από εδώ αμέσως. Μια από εμάς τον ρώτησε εσείς το ακούσατε αυτό. Φυσικά απάντησε ο φύλακας… που το πιθανότερο είναι πως άκουγε τις κουβέντες μας. Κάθε τέτοια ώρα βγαίνει να πάρει αναπνοή ο γιος του Ποσειδώνα και μετά γυρίζει στα ανάκτορα του πατερά του. Τον καληνυχτίσαμε και νομίζω ότι ακόμα τρέχουμε.
Μυρτώ Πανθέου
Πηγή :