Σεβασμό σ αυτούς που αγωνίζονται ..
Το κυνήγι του μεροκάματου ανέκαθεν ήταν πικρό, δύσκολο και απογοητευτικό ενίοτε. Η ανάγκη της επιβίωσης και του καθημερινού επιούσιου επέ...
https://to-synoro.blogspot.com/2019/12/nteliveras.html
Το κυνήγι του μεροκάματου ανέκαθεν ήταν πικρό, δύσκολο και απογοητευτικό ενίοτε. Η ανάγκη της επιβίωσης και του καθημερινού επιούσιου επέβαλε και επιβάλει πολλές φορές συμβιβασμό ως προς τους όρους της εργασίας.
Πάντοτε υπήρχαν οι «μικροί» που σε κάθε εποχή κάθε μαγαζί αποικιακά, εδώδιμα κλπ, εκτελούσαν και χρέη σημερινού ντελιβερά. Έκαναν θελήματα πηγαίνοντας στο σπίτι των πελατών τα είδη του κάθε καταστήματος. «Μπακαλόγατος», «μικρός» για τα θελήματα… «παραγιός» ήταν μερικές ονομασίες που χαρακτήριζαν το είδος της δουλειάς τους. Μεταφορικό μέσον ήταν τα πόδια ή το ποδήλατο ακόμη και γαϊδουράκι σε πιο ορεινές περιοχές.
Ερχόμενοι στο σήμερα, εκπολιτίστηκε ονομαστικά τουλάχιστον το επάγγελμα. Οι άλλοτε «μικροί» λέγονται διανομείς ή ντελιβεραδες... ένα επάγγελμα ντροπής. Όχι βέβαια για τους εργαζόμενους αλλά για τους εργοδότες. Απασχολούν κυρίως νεαρά άτομα τα οποία μέσα στην τσαντίλα της νιότης τους καβαλώντας το μηχανάκι τους, θα μεταφέρουν τις παραγγελίες με σούζες… με γκάζια δυνατά… αψηφώντας κάθε κίνδυνο. Εδώ θριαμβεύει η νιότη. Βέβαια μην την ενοχοποιήσουμε , γιατί λειτουργεί σαφώς και το ένστικτο της αυτοπροφύλαξης.
Όμως ντελιβεραδες δεν είναι μόνο νεαρά άτομα αλλά και ενήλικα. Οικογενειάρχες και άλλοι που το έχουν σαν κύριο ή δεύτερο επάγγελμα ενίσχυσης του οικογενειακού προϋπολογισμού.
Όμως όποιος και να είναι ο σκοπός του καθενός εργαζομένου, μια είναι η αλήθεια… είναι επικίνδυνο… και περιθωριακό επάγγελμα. Γιατί το χαρακτηρίζω έτσι; Ας αρχίσω από μας τους πελάτες. Καθόμαστε στον καναπέ μας και παραγγέλνουμε ό,τι λαχταράμε να φάμε και να πιούμε τη δεδομένη στιγμή μ’ ένα τηλέφωνο και πολύ σωστά πράττουμε. ΟΜΩΣ από εδώ ξεκινάει η ασέβεια προς τον ντελιβερα. Αν αργήσει, σαν αφέντες τηλεφωνούμε στο μαγαζί και απειλούμε ενίοτε και φωνάζουμε. Σαν δικαίωμα πελάτη το παίρνουμε και το ανάγουμε σε διαταγή. ΌΧΙ… λάθος όσοι έτσι το αντιλαμβάνονται. Υπάρχει και η ευγένεια και ο σεβασμός. Έρχεται το πακέτο μας στην πόρτα από έναν τουτρτουρισμένο από το ψοφόκρυο ή από έναν αναψοκοκκινισμένο από τη λάβα του καλοκαιριού διανομέα. Του μιλάμε απότομα ή τον ευχαριστούμε αναλόγως της ανατροφής μας. Το πιο ΘΕΪΚΟ… μπορεί να πληρώσουμε ένα μεγάλο πόσο ή ανάλογα ένα πιο μικρό και στον «μικρό» δεν έχουμε το φιλότιμο να δώσουμε ένα πουρμπουάρ γιατί λυπόμαστε τα λεφτά μας και δεν σκεφτόμαστε ότι μας τα έφερε στην πόρτα μας και ιδίως σε καιρικές συνθήκες που δεν τολμάμε ούτε μέχρι το μπαλκόνι μας να βγούμε .
Ανεξήγητο… Πως υπάρχει στο μυαλό μας… τον βλέπουμε σαν κατώτερο… σαν υπηρέτη μας… σαν υποχρέωση του…;
Ό,τι και να ισχύει μέσα στο κεφάλι μας. Ένα μόνο επιτρέπεται από πλευράς πελάτη. Πρέπει να τους καλωσορίζουμε, να τούς λέμε ένα ευχαριστώ και αν έχουμε την ευγενή καλοσύνη ένα φιλοδώρημα αξιοπρεπές και όχι τσίγκινα ευρώ, αυτό καταδεικνύει και τον πολιτισμό μας και τον χαρακτήρα μας.
Τώρα υπεισερχόμαστε στο πικρό κομμάτι αυτού του επαγγέλματος. Του αναίσθητου και αρπακτικού εργοδότη. Μεροκάματο της πείνας με την ώρα. Απαίτηση για γρήγορες μεταφορές. Αδιαφορία για ασφάλεια, ατυχήματα, βενζίνες και καταστροφή των δικύκλων που ανήκουν στους διανομείς και οι ζημιές δικές τους συν την απειλή της απόλυσης. Κάθε μέρα καταθέτει ο καθείς ντελιβεράς τα χαρτάκια των παραγγελιών που πήγε, γίνεται η σούμα, φουσκώνει η τσέπη του εργοδότη και η τσέπη του διανομέα παραμένει κολλητή πανί με πανί, γιατί αφαιρείται από το μεροκάματο του η βενζίνη η όποια ζημιά στο μηχανάκι τους, για να δουλέψουν πάλι αύριο και το εναπομείναν μεροκάματο δε χρειάζεται τσέπη, αλλά και στην παλάμη χωράει ανερχόμενο σε ένα δεκάευρο με τις προσθαφαιρέσεις και τα πενιχρά ή ανύπαρκτα τιπς.
Λύπη, πίκρα, ντροπή και καταναγκασμός να πάει και αύριο σ’ αυτή τη δουλειά βρίσκοντας τη μόνη διέξοδο στην ανεργία που μαστίζει τη χώρα μας.
Τη λέξη ντροπή δεν την προσάπτουμε στους ντελιβεραδες. ΟΧΙ ΒΕΒΑΙΑ, αλλά στους εργοδότες, τους άρπαγες που εκμεταλλεύονται αυτούς τους ανθρώπους σε αισχρό σημείο καταπατώντας τα δικαιώματα τους, την αξιοπρέπεια τους, πατώντας στην ανάγκη επιβίωσης τους, εκθέτοντας τους καθημερινά σε κίνδυνο και αφυδατώνοντας το μεροκάματο τους που από ψωμί το κάνουν ξεροκόμματο.
Πονεμένη και άδικη αυτή η συμπεριφορά. Ευτυχώς που το κράτος πια επέβαλε κανονισμούς για τον εργοδότη και καθιέρωσε τα αναφαίρετα επαγγελματικά δικαιώματα του ντελιβερα.
Όμως ποια αφεντικά θα τηρήσουν τους νόμους; Αυτό θα το καθορίσει ο φόβος ή το φιλότιμο ή η αναισθησία του εκάστοτε μαγαζάτορα.
Όμως υπάρχουν και άγραφοι κανόνες συμπεριφοράς προς τους διανομείς από εμάς τους πελάτες. Όπως προαναφέρθηκε, αυτό έγκειται στον χαρακτήρα του καθενός μας, στην αγωγή και την παιδεία του. Όμως όπως και να το αντιλαμβάνεται ο καθένας μας, δεν πρέπει τουλάχιστον να ανάγουμε το δικαίωμα του πελάτη σε βασιλικό αξίωμα. Μεροκάματο οι «μικροί» αυτοί... του μεροκάματου και μεις. Όταν μας παραδίδουν κατ’ οίκον το πακέτο και φεύγουν, ας κοιτούν με χαρά στην παλάμη τους το αξιοπρεπές φιλοδώρημα και να αισθάνονται όμορφα και γιατί τους υποδεχτήκαμε με χαμόγελο και τους αποχαιρετήσαμε με ένα ευχαριστώ, πριν βγουν πάλι έξω από την πόρτα μας στο δρόμο με κρύο ή με κάψα.
Σαφώς να διευκρινησουμε ότι δεν υποστηρίζουμε μόνο αυτό το επάγγελμα σαν συμπαθές και πικρό και επικίνδυνο. Υπάρχουν χιλιάδες αφανή και δύσκολα επαγγέλματα τα οποία χρήζουν προσοχής προβολής και προστασίας.
Ε!! λοιπόν. Ένα από αυτά είναι και οι ντελιβεραδες, οι δικοί μας άνθρωποι, που έρχονται στην πόρτα μας με ό,τι καλούδια λαχταρά η ψυχή μας και το στομάχι μας.
Σεβασμός και ευγένεια σε όλους τους σκληρά εργαζόμενους σε όποιον τομέα, μεταξύ αυτών και στους σύγχρονους μαχητές των δρόμων. Τους ντελιβεραδες μας.
Ντριν… παρακαλώ ήρθε ή παραγγελία σας.
Γράφει η Μαρία Παπαδοπούλου
Πηγή : palmografos.com
Πάντοτε υπήρχαν οι «μικροί» που σε κάθε εποχή κάθε μαγαζί αποικιακά, εδώδιμα κλπ, εκτελούσαν και χρέη σημερινού ντελιβερά. Έκαναν θελήματα πηγαίνοντας στο σπίτι των πελατών τα είδη του κάθε καταστήματος. «Μπακαλόγατος», «μικρός» για τα θελήματα… «παραγιός» ήταν μερικές ονομασίες που χαρακτήριζαν το είδος της δουλειάς τους. Μεταφορικό μέσον ήταν τα πόδια ή το ποδήλατο ακόμη και γαϊδουράκι σε πιο ορεινές περιοχές.
Ερχόμενοι στο σήμερα, εκπολιτίστηκε ονομαστικά τουλάχιστον το επάγγελμα. Οι άλλοτε «μικροί» λέγονται διανομείς ή ντελιβεραδες... ένα επάγγελμα ντροπής. Όχι βέβαια για τους εργαζόμενους αλλά για τους εργοδότες. Απασχολούν κυρίως νεαρά άτομα τα οποία μέσα στην τσαντίλα της νιότης τους καβαλώντας το μηχανάκι τους, θα μεταφέρουν τις παραγγελίες με σούζες… με γκάζια δυνατά… αψηφώντας κάθε κίνδυνο. Εδώ θριαμβεύει η νιότη. Βέβαια μην την ενοχοποιήσουμε , γιατί λειτουργεί σαφώς και το ένστικτο της αυτοπροφύλαξης.
Όμως ντελιβεραδες δεν είναι μόνο νεαρά άτομα αλλά και ενήλικα. Οικογενειάρχες και άλλοι που το έχουν σαν κύριο ή δεύτερο επάγγελμα ενίσχυσης του οικογενειακού προϋπολογισμού.
Όμως όποιος και να είναι ο σκοπός του καθενός εργαζομένου, μια είναι η αλήθεια… είναι επικίνδυνο… και περιθωριακό επάγγελμα. Γιατί το χαρακτηρίζω έτσι; Ας αρχίσω από μας τους πελάτες. Καθόμαστε στον καναπέ μας και παραγγέλνουμε ό,τι λαχταράμε να φάμε και να πιούμε τη δεδομένη στιγμή μ’ ένα τηλέφωνο και πολύ σωστά πράττουμε. ΟΜΩΣ από εδώ ξεκινάει η ασέβεια προς τον ντελιβερα. Αν αργήσει, σαν αφέντες τηλεφωνούμε στο μαγαζί και απειλούμε ενίοτε και φωνάζουμε. Σαν δικαίωμα πελάτη το παίρνουμε και το ανάγουμε σε διαταγή. ΌΧΙ… λάθος όσοι έτσι το αντιλαμβάνονται. Υπάρχει και η ευγένεια και ο σεβασμός. Έρχεται το πακέτο μας στην πόρτα από έναν τουτρτουρισμένο από το ψοφόκρυο ή από έναν αναψοκοκκινισμένο από τη λάβα του καλοκαιριού διανομέα. Του μιλάμε απότομα ή τον ευχαριστούμε αναλόγως της ανατροφής μας. Το πιο ΘΕΪΚΟ… μπορεί να πληρώσουμε ένα μεγάλο πόσο ή ανάλογα ένα πιο μικρό και στον «μικρό» δεν έχουμε το φιλότιμο να δώσουμε ένα πουρμπουάρ γιατί λυπόμαστε τα λεφτά μας και δεν σκεφτόμαστε ότι μας τα έφερε στην πόρτα μας και ιδίως σε καιρικές συνθήκες που δεν τολμάμε ούτε μέχρι το μπαλκόνι μας να βγούμε .
Ανεξήγητο… Πως υπάρχει στο μυαλό μας… τον βλέπουμε σαν κατώτερο… σαν υπηρέτη μας… σαν υποχρέωση του…;
Ό,τι και να ισχύει μέσα στο κεφάλι μας. Ένα μόνο επιτρέπεται από πλευράς πελάτη. Πρέπει να τους καλωσορίζουμε, να τούς λέμε ένα ευχαριστώ και αν έχουμε την ευγενή καλοσύνη ένα φιλοδώρημα αξιοπρεπές και όχι τσίγκινα ευρώ, αυτό καταδεικνύει και τον πολιτισμό μας και τον χαρακτήρα μας.
Τώρα υπεισερχόμαστε στο πικρό κομμάτι αυτού του επαγγέλματος. Του αναίσθητου και αρπακτικού εργοδότη. Μεροκάματο της πείνας με την ώρα. Απαίτηση για γρήγορες μεταφορές. Αδιαφορία για ασφάλεια, ατυχήματα, βενζίνες και καταστροφή των δικύκλων που ανήκουν στους διανομείς και οι ζημιές δικές τους συν την απειλή της απόλυσης. Κάθε μέρα καταθέτει ο καθείς ντελιβεράς τα χαρτάκια των παραγγελιών που πήγε, γίνεται η σούμα, φουσκώνει η τσέπη του εργοδότη και η τσέπη του διανομέα παραμένει κολλητή πανί με πανί, γιατί αφαιρείται από το μεροκάματο του η βενζίνη η όποια ζημιά στο μηχανάκι τους, για να δουλέψουν πάλι αύριο και το εναπομείναν μεροκάματο δε χρειάζεται τσέπη, αλλά και στην παλάμη χωράει ανερχόμενο σε ένα δεκάευρο με τις προσθαφαιρέσεις και τα πενιχρά ή ανύπαρκτα τιπς.
Λύπη, πίκρα, ντροπή και καταναγκασμός να πάει και αύριο σ’ αυτή τη δουλειά βρίσκοντας τη μόνη διέξοδο στην ανεργία που μαστίζει τη χώρα μας.
Τη λέξη ντροπή δεν την προσάπτουμε στους ντελιβεραδες. ΟΧΙ ΒΕΒΑΙΑ, αλλά στους εργοδότες, τους άρπαγες που εκμεταλλεύονται αυτούς τους ανθρώπους σε αισχρό σημείο καταπατώντας τα δικαιώματα τους, την αξιοπρέπεια τους, πατώντας στην ανάγκη επιβίωσης τους, εκθέτοντας τους καθημερινά σε κίνδυνο και αφυδατώνοντας το μεροκάματο τους που από ψωμί το κάνουν ξεροκόμματο.
Πονεμένη και άδικη αυτή η συμπεριφορά. Ευτυχώς που το κράτος πια επέβαλε κανονισμούς για τον εργοδότη και καθιέρωσε τα αναφαίρετα επαγγελματικά δικαιώματα του ντελιβερα.
Όμως ποια αφεντικά θα τηρήσουν τους νόμους; Αυτό θα το καθορίσει ο φόβος ή το φιλότιμο ή η αναισθησία του εκάστοτε μαγαζάτορα.
Όμως υπάρχουν και άγραφοι κανόνες συμπεριφοράς προς τους διανομείς από εμάς τους πελάτες. Όπως προαναφέρθηκε, αυτό έγκειται στον χαρακτήρα του καθενός μας, στην αγωγή και την παιδεία του. Όμως όπως και να το αντιλαμβάνεται ο καθένας μας, δεν πρέπει τουλάχιστον να ανάγουμε το δικαίωμα του πελάτη σε βασιλικό αξίωμα. Μεροκάματο οι «μικροί» αυτοί... του μεροκάματου και μεις. Όταν μας παραδίδουν κατ’ οίκον το πακέτο και φεύγουν, ας κοιτούν με χαρά στην παλάμη τους το αξιοπρεπές φιλοδώρημα και να αισθάνονται όμορφα και γιατί τους υποδεχτήκαμε με χαμόγελο και τους αποχαιρετήσαμε με ένα ευχαριστώ, πριν βγουν πάλι έξω από την πόρτα μας στο δρόμο με κρύο ή με κάψα.
Σαφώς να διευκρινησουμε ότι δεν υποστηρίζουμε μόνο αυτό το επάγγελμα σαν συμπαθές και πικρό και επικίνδυνο. Υπάρχουν χιλιάδες αφανή και δύσκολα επαγγέλματα τα οποία χρήζουν προσοχής προβολής και προστασίας.
Ε!! λοιπόν. Ένα από αυτά είναι και οι ντελιβεραδες, οι δικοί μας άνθρωποι, που έρχονται στην πόρτα μας με ό,τι καλούδια λαχταρά η ψυχή μας και το στομάχι μας.
Σεβασμός και ευγένεια σε όλους τους σκληρά εργαζόμενους σε όποιον τομέα, μεταξύ αυτών και στους σύγχρονους μαχητές των δρόμων. Τους ντελιβεραδες μας.
Ντριν… παρακαλώ ήρθε ή παραγγελία σας.
Γράφει η Μαρία Παπαδοπούλου
Πηγή : palmografos.com