Μήπως κατάντησα σαν εσένα; (music video)
Panagiotis Liakos «Οι ομιλητές ωφελούν εκείνους που παρακολουθούν με αφοσίωση και δίνουν προσοχή, όχι μόνο όταν μιλούν σωστά αλλά ...
«Οι ομιλητές ωφελούν εκείνους που παρακολουθούν με αφοσίωση και δίνουν προσοχή, όχι μόνο όταν μιλούν σωστά αλλά και όταν σφάλλουν. Τις φτωχές σκέψεις, άλλωστε, το άστοχο λεκτικό, τη δυσάρεστη κατασκευή, την αλλαγή θέματος, μαζί με την ακαλαίσθητη διάθεση για έπαινο και τα παρόμοια, τα κατανοούμε πιο εύκολα όταν ακούμε άλλους να μιλούν παρά όταν μιλάμε οι ίδιοι. [...]
Δεν πρέπει να διστάζουμε ν' απευθύνουμε συνέχεια στον εαυτό μας σχετικά μ' αυτούς που κάνουν λάθη τη διαπίστωση του Πλάτωνα: "Μήπως είμαι κι εγώ όπως αυτοί;"»...
Πόσα χυδαία, αφόρητα «τοκ σόου» είχε υποστεί;
Πόσες λεκτικές κυνομαχίες είχαν ταλαιπωρήσει τα ώτα του κατά τη διάρκεια παρακολούθησης κοινοβουλευτικών «συζητήσεων»;
Είναι τόσο επίκαιρες οι διαπιστώσεις του ώστε αποδεικνύονται παρηγορητικές, παυσίλυπες. Δεν πάσχει μόνο το ημέτερο σιδηρούν γένος της καλπάζουσας παρακμής από τις πνευματικές νόσους της έλλειψης καλλιέργειας, της αγραμματοσύνης, της προχειρότητας και της αγένειας. Πάντοτε είχαν πρόσβαση στον δημόσιο λόγο πρόσωπα όπως αυτά που διαλύουν την ελληνική παράδοση της καλλιέπειας και του μέτρου. Ουδέποτε έλειψαν από τις κοινωνίες όσοι είχαν ροπή στην αποδοχή κολακειών (η οποία χαρακτηρίζεται από τον αρχαίο συγγραφέα «ακαλαίσθητη») εκείνοι που θα έπρεπε να τις αποφεύγουν.
Και ένας από τους ασφαλείς τρόπους για την εύρεση του σωστού είναι ο εντοπισμός του σφάλματος. Για να βρει ο μετέχων στη συζήτηση το σφάλμα του συνομιλητή του πρέπει να τον παρατηρεί. Κάθε φράση πρέπει να «εισπράττεται» ως έχει. Ούτε όπως θέλουμε να την ακούσουμε ούτε τροχοδρομώντας στις ράγες που αποτελούν για εμάς οι προκαταλήψεις, οι δεισιδαιμονίες, οι έχθρες, οι φιλίες και εν γένει τα πάθη μας.
Η υπάρχουσα «διανόηση» που ενσωματώνεται πρόθυμα σε οποιαδήποτε δομή πληρώνει καλά, δεν σχετίζεται. Είναι μονήρης χωρίς να είναι αυτάρκης. Δεν αλληλεπιδρά. Αποφαίνεται εν μέσω νεοταξικών νεφών για την «πολιτική ορθότητα», δηλαδή την επιβολή αξιωμάτων που δεν αντέχουν σε κριτική, αλλά βασίζονται στην ωμή ισχύ όσων καθορίζουν τι είναι «καλό» και τι «κακό».
Μήπως καταντάμε κι εμείς σιγά σιγά σαν τις χρυσοπληρωμένες, αλλά κενές περιεχομένου ομιλούσες κεφαλές της τηλοψίας και της αντιπροσωπευτικής ολιγαρχίας του Κοινοβουλίου;
Σε ένα κοινωνικό σύνολο αξίων, σκεπτομένων και εναρέτων, δεν θα υπερψηφίζονταν η αχρειότητα, η ανοησία και ο δόλος.
Πηγή