Με πούλησες και πάντα θα με πουλάς, γιατί έτσι είσαι εσύ.
Δεν ήθελα ποτέ να σ’ αφήσω, αλλά αν έμενα θα μισούσα τον εαυτό μου κι εγώ με το μίσος δεν τα πάω καλά. Δεν μπόρεσε να χωρέσει μέσα μου π...
https://to-synoro.blogspot.com/2019/06/sxeseis.html
Δεν ήθελα ποτέ να σ’ αφήσω, αλλά αν έμενα θα μισούσα τον εαυτό μου κι εγώ με το μίσος δεν τα πάω καλά.
Δεν μπόρεσε να χωρέσει μέσα μου ποτέ.
Δεν μπορώ να αποδιώχνω τον εαυτό μου συνέχεια, δεν μπορώ να καταπατώ τις αξίες μου.
Δεν μπορώ να πέφτω στα μάτια μου, γιατί ο εαυτός μου είναι ο μόνος που μου έμεινε.
Με πούλησες και πάντα θα με πουλάς, γιατί έτσι είσαι εσύ.
Ψάχνεις να βρεις τον έρωτα πάλι και πάντα θα τον ψάχνεις.
Εγώ εσένα ήθελα, μόνο εσένα, γιατί μόνο εσένα αγάπησα έτσι.
Κι αν σου μιλάω αυτές τις ώρες είναι γιατί με πιάνει το παράπονο και σε ρωτάω, γιατί;
Γιατί δεν με αγάπησες;
Γιατί δεν με πίστεψες;
Και σ’ όλα αυτά τα γιατί μου έχασα εμένα.
Κάνω υπομονή μέχρι να σπάσει το χάος από μέσα μου, μέχρι να ροδίσει η αυγή στο χρώμα της ψυχής μου.
Κι είναι τόσα πολλά αυτά που ζητάω;
Τόσα πολλά κι αδιαπραγμάτευτα;
Τόσα που μαράζωσαν στο βλέμμα.
Πώς να αντικρίσω τον όνειδο της φωνής μου;
Πώς να σπαράξω την κραυγή της καρδιάς μου;
Ευτυχώς που ξέχασα πάνω στα χείλη σου εκείνο το πρωινό που ανέμειξε η θάλασσα την αυγή με την ψυχή μου και θα ‘χω να θυμάμαι, τις νύχτες που μύριζα την ανάσα σου στο προσκεφάλι μου.
Γράφει η Ηρώ Αναστασίου
Πηγή :
Δεν μπόρεσε να χωρέσει μέσα μου ποτέ.
Δεν μπορώ να αποδιώχνω τον εαυτό μου συνέχεια, δεν μπορώ να καταπατώ τις αξίες μου.
Δεν μπορώ να πέφτω στα μάτια μου, γιατί ο εαυτός μου είναι ο μόνος που μου έμεινε.
Με πούλησες και πάντα θα με πουλάς, γιατί έτσι είσαι εσύ.
Ψάχνεις να βρεις τον έρωτα πάλι και πάντα θα τον ψάχνεις.
Εγώ εσένα ήθελα, μόνο εσένα, γιατί μόνο εσένα αγάπησα έτσι.
Κι αν σου μιλάω αυτές τις ώρες είναι γιατί με πιάνει το παράπονο και σε ρωτάω, γιατί;
Γιατί δεν με αγάπησες;
Γιατί δεν με πίστεψες;
Και σ’ όλα αυτά τα γιατί μου έχασα εμένα.
Κάνω υπομονή μέχρι να σπάσει το χάος από μέσα μου, μέχρι να ροδίσει η αυγή στο χρώμα της ψυχής μου.
Κι είναι τόσα πολλά αυτά που ζητάω;
Τόσα πολλά κι αδιαπραγμάτευτα;
Τόσα που μαράζωσαν στο βλέμμα.
Πώς να αντικρίσω τον όνειδο της φωνής μου;
Πώς να σπαράξω την κραυγή της καρδιάς μου;
Ευτυχώς που ξέχασα πάνω στα χείλη σου εκείνο το πρωινό που ανέμειξε η θάλασσα την αυγή με την ψυχή μου και θα ‘χω να θυμάμαι, τις νύχτες που μύριζα την ανάσα σου στο προσκεφάλι μου.
Γράφει η Ηρώ Αναστασίου
Πηγή :