Τελικά, υπήρξαμε δυο δειλοί που φοβήθηκαν να ζήσουν..
Τώρα θέλω να ξαναζήσω, στη φαντασία μου, αυτή την ιστορία απ’ την αρχή. Τώρα που έχει πεθάνει, που την έχω πενθήσει και το μυαλό έχει κα...
https://to-synoro.blogspot.com/2019/05/sxeseis.html
Τώρα θέλω να ξαναζήσω, στη φαντασία μου, αυτή την ιστορία απ’ την αρχή. Τώρα που έχει πεθάνει, που την έχω πενθήσει και το μυαλό έχει καθαρίσει από κάθε είδους επιδράσεις. Τώρα που, αν θες, αναγνωρίζω τα καλά και τα κακά της.
Η ψυχή μου βιάζεται να προχωρήσει και τα περιθώρια για άλλο χαμένο χρόνο, δεν υπάρχουν. Η ζωή τρέχει κι εγώ παρατηρώ πως έχω παραμείνει κολλημένη σε εικόνες, κουβέντες και αισθήσεις. Μια άνιση μάχη με τον εαυτό μου, που βγαίνω πάντα χαμένη. Όμως τώρα χρειάζομαι ειρήνη με τη συνείδηση μου. Άφεση για τις αμαρτίες μου και γαλήνη. Και μόνο βαδίζοντας μια τελευταία φορά, σ’ αυτό που ζήσαμε θα απαλλαγώ και θα συνεχίσω.
Μαζί, ήμασταν ενέργεια. Λάβα, πάθος και αρρωστημένη εξάρτηση. Ερωτευμένοι ο ένας με τον άλλον και ο καθένας με τον εαυτό του. Ζήσαμε. Δεν θα το αρνηθώ ποτέ. Ζήσαμε στιγμές που γεμίζουν και δυο ζωές. Ένταση, πόθος, γέλια, δάκρυα. Πόλεμος δύο διαφορετικών ανθρώπων με δίψα για λίγη κατανόηση. Όλα ανακατεμένα και κατανεμημένα σε ώρες ατελείωτης αναμονής και σε συναντήσεις διεκδικητικες, γεμάτες κόντρες, με λόγια που δεν ειπώθηκαν, αλλά με μάτια που μέσα τους βλέπαμε αγάπη και καταδικασμένα όνειρα.
Νιώσαμε ο ένας τον άλλον, χωρίς κριτικές και συμβουλές. Αισθάνθηκε ο ένας, χωρίς προσπάθεια, ότι αισθάνεται ο άλλος. Ότι ζούσα κι ότι ζούσες, μπήκε μέσα μας, έγινε κομμάτι μας. Κατέβηκα στα σκοτάδια σου, μπήκες στους εφιάλτες μου και περπατήσαμε σιωπηλά σ’ αυτά, χωρίς εξηγήσεις κι επικρίσεις. Ανταπόκριση, ενσυναίσθηση. Βιώναμε μια απόλυτα μοιρασμένη προκαθορισμένη μοίρα.
Και μετά θρυψαλλα. Όλα κομμάτια. Ο φόβος τόσης αλήθειας σκότωσε τη μόνη πηγή οξυγόνου που είχαμε στις κενές ζωές μας. Εγώ κι εσύ, δυο ξένοι, πιο μακρυά από ποτέ.
Να ξέρεις, σ’ αγάπησα πολύ. Κι ακόμα και τώρα, ασυναίσθητα, πολλά βράδια σου λέω καληνύχτα. Μιλάω μαζί σου στο μυαλό μου κι ίσως σε ψάχνω στα πρόσωπα γύρω μου. Μα το ξέρεις, δεν θα γύριζα ποτέ κοντά σου. Γιατί η φωτιά ήταν πολύ δυνατή κι εγώ έχω συνηθίσει τους χειμώνες μου. Γιατί το σκοτάδι γινόταν πολύ πυκνό κι εγώ θέλω να βλέπω τα μάτια σου όταν γελάνε.
Τελεία και παύλα λοιπόν. Άργησε λίγο η καρδιά μου να δεχτεί το τέλος. Ίσως γιατί όταν με κράταγες ένιωθα πως ο κόσμος όλος ήταν δικός μου. Ίσως γιατί ξανανιωσα δυνατή μέσα από σένα.
Τελικά, υπήρξαμε δυο δειλοί. Δυο δειλοί που δεν εκτιμήσαμε πως μας δόθηκε μια και μοναδική ευκαιρία να διεκδικήσουμε τα θέλω μας. Όσα και να πω, θα φαίνονται πια φτηνές δικαιολογίες.
Γκρεμισαμε όσα άλλοι δεν έχουν βιώσει ποτέ.
Προχωράω λοιπόν. Φορτωμένη με γλυκόπικρες αναμνήσεις και απίστευτη νοσταλγία. Προχωράω και σφίγγω τη ζωή μου στα χέρια μου, με τόνους απ’τη δικά σου χρώματα. Ένα μόνο θέλω να σε ρωτήσω… κατάφερες να πετάξεις, όπως μου έλεγες πως ονειρεύεσαι;
Γράφει η Λιάνα
Πηγή : loveletters.gr