Η ΚΟΚΚΙΝΗ ΠΟΡΤΑ
https://to-synoro.blogspot.com/2018/11/h-kokini-porta.html
Την συναντώ κάθε πρωί και κάθε απόβραδο στους περιπάτους με την Ρόζα, σε μια φτωχογειτονιά μιας δυτικής συνοικίας. Είναι βαμμένη ανάμεσα στο χρώμα του ροδιού και των κεραμιδιών, με ένα τζάμι μονίμως μισάνοικτο στην μέση και έχει μια ελιά για φύλακα. Αλήθεια, σε πόσα από τα πεζοδρόμια της Αθήνας μπορείς να δεις ελιά αιωνόβια, να αγκαλιάζει σπίτι?
Είναι η είσοδος μιας μονοκατοικίας με δύο παράθυρα στην πρόσοψη, κλεισμένα και προστατευμένα με κάγκελα.
Βλέπω, μήνες τώρα το τζάμι της μισάνοικτο, άλλες φορές μια χαραμάδα άνοιγμα, άλλες μια πιθαμή, κι αναρωτιέμαι, αν κατοικείται ή αν η γωνία του ανοίγματος ανοίγει και κλείνει κατά τις διαθέσεις του ανέμου.
Υπάρχει μόνιμη σιωπή και σκοτάδι μέρα-νύχτα μέσα, ακόμα και στα πιο φωτεινά μεσημέρια.
Θα έτεινα, να πιστέψω, πως όλα όσα φαντάζομαι, περνώντας από εκεί κάθε φορά, είναι γεννήματα της φαντασίας μου, που κοιτά και ψάχνει συνεχώς για κάποιο δράμα. Για κάποιον ναυαγισμένο της ζωής, που ξέχασε και ξεχάστηκε όλους και από όλους.
Μέχρι εχτές δεν ήξερα τι να πιστέψω, μέχρι που η αργοπορία στην βραδινή μας βόλτα με την Ρόζα, μου αποκάλυψε την μισή αλήθεια. Είδα, αργά το βράδυ ήταν, ώρα που έχουν μαζευτεί οι νοικοκύρηδες και βγαίνουν όσοι πωλούν ή αγοράζουν αμνησία, έναν μεσόκοπο και μαυροφορεμένο άνδρα, να βγαίνει από την πόρτα, να την αφήνει ορθάνοικτη και να περνά τον δρόμο με προορισμό τους δύο κάδους στην γωνία. Κοίταξα από την άλλη ντροπιασμένος και συνέχισα.
Σήμερα το πρωί, βέβαιος, πως δεν θα ρεζιλευτώ, έκανα αυτό, που επιθυμούσα μήνες. Η παντογνώστρια γειτόνισσα μού είπε για το πένθος του και την παραίτησή του από τα πάντα, για τον χαμό του γιού και της γυναίκας του πριν χρόνια και για την διατροφή του από τα αποφάγια στα σκουπίδια.
Ζει μέσα στην ανέχεια και στο σκοτάδι, χρόνια τώρα, και όχι, δεν είναι θύμα κάποιας "κρίσης". Ακόμα και το ηλεκτρικό είναι κομμένο πάνω από μια δεκαετία, μα δεν τον νοιάζει, αφού δεν έχει τίποτε πια, για να φωτίσει.
Με συμβούλεψε, αν τον ξαναδώ, να μην διανοηθώ, να τού μιλήσω ή να προτείνω κάποια βοήθεια.
Είναι η είσοδος μιας μονοκατοικίας με δύο παράθυρα στην πρόσοψη, κλεισμένα και προστατευμένα με κάγκελα.
Βλέπω, μήνες τώρα το τζάμι της μισάνοικτο, άλλες φορές μια χαραμάδα άνοιγμα, άλλες μια πιθαμή, κι αναρωτιέμαι, αν κατοικείται ή αν η γωνία του ανοίγματος ανοίγει και κλείνει κατά τις διαθέσεις του ανέμου.
Υπάρχει μόνιμη σιωπή και σκοτάδι μέρα-νύχτα μέσα, ακόμα και στα πιο φωτεινά μεσημέρια.
Θα έτεινα, να πιστέψω, πως όλα όσα φαντάζομαι, περνώντας από εκεί κάθε φορά, είναι γεννήματα της φαντασίας μου, που κοιτά και ψάχνει συνεχώς για κάποιο δράμα. Για κάποιον ναυαγισμένο της ζωής, που ξέχασε και ξεχάστηκε όλους και από όλους.
Μέχρι εχτές δεν ήξερα τι να πιστέψω, μέχρι που η αργοπορία στην βραδινή μας βόλτα με την Ρόζα, μου αποκάλυψε την μισή αλήθεια. Είδα, αργά το βράδυ ήταν, ώρα που έχουν μαζευτεί οι νοικοκύρηδες και βγαίνουν όσοι πωλούν ή αγοράζουν αμνησία, έναν μεσόκοπο και μαυροφορεμένο άνδρα, να βγαίνει από την πόρτα, να την αφήνει ορθάνοικτη και να περνά τον δρόμο με προορισμό τους δύο κάδους στην γωνία. Κοίταξα από την άλλη ντροπιασμένος και συνέχισα.
Σήμερα το πρωί, βέβαιος, πως δεν θα ρεζιλευτώ, έκανα αυτό, που επιθυμούσα μήνες. Η παντογνώστρια γειτόνισσα μού είπε για το πένθος του και την παραίτησή του από τα πάντα, για τον χαμό του γιού και της γυναίκας του πριν χρόνια και για την διατροφή του από τα αποφάγια στα σκουπίδια.
Ζει μέσα στην ανέχεια και στο σκοτάδι, χρόνια τώρα, και όχι, δεν είναι θύμα κάποιας "κρίσης". Ακόμα και το ηλεκτρικό είναι κομμένο πάνω από μια δεκαετία, μα δεν τον νοιάζει, αφού δεν έχει τίποτε πια, για να φωτίσει.
Με συμβούλεψε, αν τον ξαναδώ, να μην διανοηθώ, να τού μιλήσω ή να προτείνω κάποια βοήθεια.
Προσπαθεί, με τρόπο βασανιστικό, αργό ίσως, να βάλει τέρμα στη ζωή του, μα ως τώρα δεν τα καταφέρνει. Κυλάει βλέπεις, σαν άνθρωπος κι αυτός, στην εξάρτησή του απ' το φαΐ και βγαίνει που και που, ψάχνοντας για λίγο στης γειτονιάς τους κάδους.
(αφήγημα περιέχον πραγματικά πρόσωπα)
Γράφει ο Νικόλαος Γκικας