Πόσο θ’ αντέξει η Ευρωζώνη;
Καιρό είχαμε να τ’ ακούσουμε, αλλά να, που ξαναγύρισε πρόσφατα στο προσκήνιο, όταν ο κυβερνητικός εκπρόσωπος λοιδόρησε εκ νέου τον κ. Τσ...
Δεν πρόφτασε να το πει και την επόμενη μέρα, θαρρείς για να του πάει κόντρα, εμφανίστηκε ο Wolfang Munchau στους Financial Times να γράφει ορθά-κοφτά ότι “Μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει ή θα φύγει απ’ το ευρώ, ή και τα δυο. Η Ευρωζώνη μπορεί να πεθάνει”. Τόσο απλά και τόσο καθαρά.
Για την Ελλάδα, οι προβλέψεις είναι σαφώς χειρότερες, στο -1.7% δίνει τον πληθωρισμό ο ΟΟΣΑ, κι αν κάποιοι χαίρονται βλέποντας τις τιμές να κατεβαίνουν, θα πρέπει να έχουν υπ’ όψιν τους ότι την ίδια στιγμή τα χρέη ανεβαίνουν και η οικονομία στομώνει.
Εκεί γύρω με τον Munchau εμφανίζεται και ο Joseph Stiglitz με άρθρο του στο Social Europe Journal, υπό τον τίτλο “Μια ατζέντα για να σωθεί το ευρώ”, υπενθυμίζοντάς μας ότι κάθε άλλο παρά έχουμε δέσει το ευρώ σαν Ευρωζώνη, πόσο μάλλον σαν Ελλάδα.
Στο ίδιο τέμπο και ο διοικητής της τράπεζας της Ιταλίας Ignazio Visco, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα il Messaggero: “Το ευρωπαϊκό κοινό νόμισμα θα παραμείνει σε κίνδυνο αν η Ευρώπη δεν μπορέσει να πιέσει προς στενότερη πολιτική και οικονομική ένωση”. Κάτι τέτοιο όμως δεν φαίνεται ακόμα στον ορίζοντα, ο οποίος σκιάζεται από διαιρετικές και αποσχιστικές τάσεις τόσο μεταξύ Βορρά-Νότου, όσο και εντός των κρατών με την άνοδο των ευρωσκεπτικιστών, γεγονός που αναμένεται να αποτυπωθεί με πάταγο στις προσεχείς ευρωεκλογές.
Τον Οκτώβριο, ο διεθνής Ερυθρός Σταυρός, σε μακροσκελή του έκθεση σχετικά με τα ανθρωπιστικά αποτελέσματα της οικονομικής κρίσης γράφει ότι “η κατάσταση στα 52 κράτη που συνθέτουν την Ευρώπη όχι μόνον δεν σταθεροποιείται, αλλά βαίνει σε καθοδικό σπιράλ. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 18 εκατ. που λαμβάνουν βοήθεια σε τρόφιμα, 43 εκατ. που δεν έχουν αρκετή τροφή στο πιάτο τους σε καθημερινή βάση και άλλα 120 εκατ. που βρίσκονται στα όρια της φτώχειας”.
Τις προάλλες η S&P αποκαθήλωσε το ένα από τα τρία ΑΑΑ στο στέμμα της Ολλανδίας, ενώ η Φινλανδία, φοβούμενη ότι θα υποστεί οσονούπω την ίδια ατίμωση έσπευσε να ανακοινώσει την εφαρμογή ενός δεύτερου πακέτου λιτότητας, με περικοπές (πού αλλού;) στην κοινωνική πρόνοια, με συγχωνεύσεις σχολείων, κλείσιμο κέντρων περίθαλψης για ηλικιωμένους κ.λ.π., νομίζοντας ανοήτως ότι θα γλυτώσει. Από το 2008 μέχρι σήμερα το δημόσιο χρέος της Φινλανδίας αυξήθηκε κατά 20 μονάδες στο 58.3% ενώ η ανταγωνιστικότητα σημείωση πτώση.
Παρά το γεγονός ότι οι θαυματουργές αναπτυξιακές ικανότητες της λιτότητας έχουν στην πράξη ολοσχερώς διαψευσθεί, (θυμάστε τις περισπούδαστες θεωρίες της “expansionary austerity” του Alesina και σια, στις οποίες είχαμε αναφερθεί σε παλιότερο φύλλο;), εν τούτοις η Γερμανία αδυνατεί να αναγνωρίσει το γεγονός και συνεχίζει πεισματικά να το αρνείται, μένοντας ασφυχτικά προσκολλημένη στο “θαύμα” των εμπορικών της πλεονασμάτων και μόνον, ένα θαύμα που όπως διατείνεται θα μπορούσε να συμβεί και στον καθένα αν ακολουθούσε με θρησκευτική προσήλωση το παράδειγμά της. Ναι μεν η κρίση τα αύξησε, ταυτόχρονα όμως κούρεψε κατά πολύ το μερίδιό των Γερμανικών εξαγωγών στην παγκόσμια αγορά. Κι όχι μόνον αυτής, αλλά και ολόκληρης της Ευρωζώνης.
Τελευταία τα γερμανικά πλεονάσματα και η επίδρασή τους στην κακιά μοίρα της υπόλοιπης Ευρωζώνης αλλά και της παγκόσμιας οικονομίας βρέθηκαν στο στόχαστρο και των επίσημων κύκλων, πέραν των αναλυτών. Από τη μια είχαμε την έκθεση του αμερικανικού υπουργείου οικονομικών, και κατόπιν την απόφαση της Κομισιόν να προβεί σε μια εκ του σύνεγγις εξέταση της γερμανικής οικονομίας.
Και ποια ήταν η αντίδραση της Μέρκελ στην εντεινόμενη εξωτερική κριτική; Iδια κι απαράλλαχτη με την απάντηση του George Bush του νεώτερου στο ερώτημα “Γιατί μάς μισούν”, που είχε θέσει εν μέσω του πολέμου κατά της τρομοκρατίας: “Απλά μάς ζηλεύουν!”.
Μέσα σ’ αυτόν λοιπόν τον Αρμαγγεδώνα, ο Σαμαράς οραματίζεται επιτυχίες και ανάπτυξη.