Αλλη μιά μέρα !
Άλλη μια μέρα, άλλος ένας χρόνος έρχεται να προσμετρηθεί σε προηγούμενες ευτυχισμένες και μακρόβιες στιγμές, που ποτέ τους δεν ξεχάστη...
https://to-synoro.blogspot.com/2016/01/allh-mia-mera.html
Άλλη μια μέρα, άλλος ένας χρόνος έρχεται να προσμετρηθεί σε προηγούμενες
ευτυχισμένες και μακρόβιες στιγμές, που ποτέ τους δεν ξεχάστηκαν, μα και
που ποτέ τους δεν αποτέλεσαν σημείο αναφοράς οιασδήποτε αλλαγής.
Ίσως κάποτε να σηματοδοτούσαν την απαρχή κάθε νέας αρχής, μα τώρα πια
απέμειναν απλοί αριθμοί να προσθέτουν στιγμές, ενοχές και παραλείψεις,
που πλέον όμως αδυνατούν να φωνάξουν και να κραυγάσουν μέσα στην ψυχή.
Μόνη κι έρημη και δαύτη προσπαθεί απεγνωσμένα να κρατηθεί απ’ οτιδήποτε
τείνει χείρα βοηθείας, από μια λέξη, μια ματιά, κάτι τέλος πάντων που να
μαρτυρά και ν’ αποδεικνύει εκ των πραγμάτων την εντιμότητα και την
ειλικρίνεια της πραγματικότητας.
Δύσκολη και τούτη, η πραγματικότητα, μοιάζει ν’ αγνοεί γεγονότα και
καταστάσεις, είτε παρακάμπτοντας μας, είτε παρεμβάλλοντας στοιχεία
αμνησίας και υποτέλειας, είτε αδιαφορίας και άγνοιας.
Οι σιωπές γεμάτες ψιθύρους συνεχίζουν να ομιλούν, αφήνοντας πάντα πίσω
τους μια μυρωδιά αμφιβολίας και υποταγής, που πλέον δεν μας αφήνουν και
πολλά περιθώρια, για να συνεχίσουμε στον ίδιο δρόμο της προσμονής και της
ελπίδας.
Άλλωστε, όπως και ν’ αλλάξει τούτος ο κόσμος, πάντα θα μοιάζει με τον
παλιό, τούτη είναι η μεγάλη του κατάρα, όλα τα υπόλοιπα παρευρίσκονται
απλώς και μόνο για να γεμίζουν τις νέες σελίδες, με τους άγραφους νόμους
της ευθανασίας μας.
Ο παράδεισος όπως είναι φυσικό μπορεί να περιμένει και ν’ αναμένει, δεν έχει
έρθει η δική του ώρα, και ίσως να μην έρθει ποτέ του.
Η προσευχή μοιάζει και δαύτη να μην ωφελεί, ή να μη συμβάλλει, όσο
τουλάχιστον θ’ απαιτούσαμε, από μια τόσο επίμονη κι επίπονη διαδικασία.
Οι ορισμοί κι οι προσδιορισμοί κρύβουν μέσα τους τη ματαιοδοξία της
ανυπαρξίας μας, σε επίπεδο προσωπικό και καθολικό.
Η αποτυχία του επιτεύγματος άλλωστε το αποδεικνύει και εμπράκτως τούτο,
και είναι ανώφελο να μεμψιμοιρούμε για τα δεινά της μοίρας μας.
Δεν είμαστε βλέπεις πάντα εμείς υπεύθυνοι για τα μελλούμενα και τα
καθέκαστα.
Ναι, μπορώ να παραδεχτώ, πως η προσπάθεια αρκεί απ’ όλους μας, για να
συμβάλλει πραγματικά και ουσιαστικά σε τούτη την αναμόρφωση, σε τούτη
την αναγέννηση, μα επίσης οφείλω να παραδεχτώ, πως όλα δεν υπόκεινται
σε νόμους ανθρώπινους και σεβαστούς, μα και σε οιωνούς, που συνέβαλλαν
σε τούτη την παραδοχή.
Όλοι μας έχουμε τις παραδοχές μας, και ίσως δαύτες ν’ αποτελούν και την
ουσία της ύπαρξης μας, το δίχως άλλο.
Δρόμοι παλιοί, δρόμοι στεγανοί επιτίθενται με όλη τους την ορμή προς τις
αισθήσεις μας, ματώνοντας τη μνήμη, καθιστώντας την έρμαιο αμφίβολων
ορέξεων κι επιθυμιών.
Εξάλλου δαύτες ενίοτε αποτελούν αποκυήματα της φαντασίας μας, ή όνειρα
απατηλά, που δεν ευδοκίμισαν στης ζωής το αδιάκοπο μετερίζι.
Ένα μετερίζι βλέπεις η ζωή, και μονάχα ο θάνατος δύναται να την
προσπεράσει και να την ξεπεράσει.
Α, υπάρχει και η αθανασία!
Βάσανο μεγάλο θα μου πεις και τι να παιδεύεσαι τώρα, κανείς άλλωστε δε
γλύτωσε ως τα τώρα και δαύτος που “γλύτωσε”, δεν είναι τώρα πια κοντά μας
για να μας εξιστορήσει τα γεγονότα ως έχουν, ή ως δεν έχουν.
Η απορία θα μείνει ες αεί να βασανίζει, να διχάζει, να διχογνωμεί και να
προχωρεί ανάμεσα σε ατέρμονες, επαναληπτικές διαδικασίες επιβεβαίωσης ή
άρνησης και απόρριψης.
Συ όμως μη σκιάζεσαι και το δρόμο σου να προχωρήσεις, άλλωστε άλλη μια
μέρα έφυγε, άλλη μια μέρα ήρθε.
ευτυχισμένες και μακρόβιες στιγμές, που ποτέ τους δεν ξεχάστηκαν, μα και
που ποτέ τους δεν αποτέλεσαν σημείο αναφοράς οιασδήποτε αλλαγής.
Ίσως κάποτε να σηματοδοτούσαν την απαρχή κάθε νέας αρχής, μα τώρα πια
απέμειναν απλοί αριθμοί να προσθέτουν στιγμές, ενοχές και παραλείψεις,
που πλέον όμως αδυνατούν να φωνάξουν και να κραυγάσουν μέσα στην ψυχή.
Μόνη κι έρημη και δαύτη προσπαθεί απεγνωσμένα να κρατηθεί απ’ οτιδήποτε
τείνει χείρα βοηθείας, από μια λέξη, μια ματιά, κάτι τέλος πάντων που να
μαρτυρά και ν’ αποδεικνύει εκ των πραγμάτων την εντιμότητα και την
ειλικρίνεια της πραγματικότητας.
Δύσκολη και τούτη, η πραγματικότητα, μοιάζει ν’ αγνοεί γεγονότα και
καταστάσεις, είτε παρακάμπτοντας μας, είτε παρεμβάλλοντας στοιχεία
αμνησίας και υποτέλειας, είτε αδιαφορίας και άγνοιας.
Οι σιωπές γεμάτες ψιθύρους συνεχίζουν να ομιλούν, αφήνοντας πάντα πίσω
τους μια μυρωδιά αμφιβολίας και υποταγής, που πλέον δεν μας αφήνουν και
πολλά περιθώρια, για να συνεχίσουμε στον ίδιο δρόμο της προσμονής και της
ελπίδας.
Άλλωστε, όπως και ν’ αλλάξει τούτος ο κόσμος, πάντα θα μοιάζει με τον
παλιό, τούτη είναι η μεγάλη του κατάρα, όλα τα υπόλοιπα παρευρίσκονται
απλώς και μόνο για να γεμίζουν τις νέες σελίδες, με τους άγραφους νόμους
της ευθανασίας μας.
Ο παράδεισος όπως είναι φυσικό μπορεί να περιμένει και ν’ αναμένει, δεν έχει
έρθει η δική του ώρα, και ίσως να μην έρθει ποτέ του.
Η προσευχή μοιάζει και δαύτη να μην ωφελεί, ή να μη συμβάλλει, όσο
τουλάχιστον θ’ απαιτούσαμε, από μια τόσο επίμονη κι επίπονη διαδικασία.
Οι ορισμοί κι οι προσδιορισμοί κρύβουν μέσα τους τη ματαιοδοξία της
ανυπαρξίας μας, σε επίπεδο προσωπικό και καθολικό.
Η αποτυχία του επιτεύγματος άλλωστε το αποδεικνύει και εμπράκτως τούτο,
και είναι ανώφελο να μεμψιμοιρούμε για τα δεινά της μοίρας μας.
Δεν είμαστε βλέπεις πάντα εμείς υπεύθυνοι για τα μελλούμενα και τα
καθέκαστα.
Ναι, μπορώ να παραδεχτώ, πως η προσπάθεια αρκεί απ’ όλους μας, για να
συμβάλλει πραγματικά και ουσιαστικά σε τούτη την αναμόρφωση, σε τούτη
την αναγέννηση, μα επίσης οφείλω να παραδεχτώ, πως όλα δεν υπόκεινται
σε νόμους ανθρώπινους και σεβαστούς, μα και σε οιωνούς, που συνέβαλλαν
σε τούτη την παραδοχή.
Όλοι μας έχουμε τις παραδοχές μας, και ίσως δαύτες ν’ αποτελούν και την
ουσία της ύπαρξης μας, το δίχως άλλο.
Δρόμοι παλιοί, δρόμοι στεγανοί επιτίθενται με όλη τους την ορμή προς τις
αισθήσεις μας, ματώνοντας τη μνήμη, καθιστώντας την έρμαιο αμφίβολων
ορέξεων κι επιθυμιών.
Εξάλλου δαύτες ενίοτε αποτελούν αποκυήματα της φαντασίας μας, ή όνειρα
απατηλά, που δεν ευδοκίμισαν στης ζωής το αδιάκοπο μετερίζι.
Ένα μετερίζι βλέπεις η ζωή, και μονάχα ο θάνατος δύναται να την
προσπεράσει και να την ξεπεράσει.
Α, υπάρχει και η αθανασία!
Βάσανο μεγάλο θα μου πεις και τι να παιδεύεσαι τώρα, κανείς άλλωστε δε
γλύτωσε ως τα τώρα και δαύτος που “γλύτωσε”, δεν είναι τώρα πια κοντά μας
για να μας εξιστορήσει τα γεγονότα ως έχουν, ή ως δεν έχουν.
Η απορία θα μείνει ες αεί να βασανίζει, να διχάζει, να διχογνωμεί και να
προχωρεί ανάμεσα σε ατέρμονες, επαναληπτικές διαδικασίες επιβεβαίωσης ή
άρνησης και απόρριψης.
Συ όμως μη σκιάζεσαι και το δρόμο σου να προχωρήσεις, άλλωστε άλλη μια
μέρα έφυγε, άλλη μια μέρα ήρθε.
Γράφει ο Σάββας Κωνσταντινίδης