Η Αθήνα kαι η κρίσιμη πρόκληση της παγκοσμιοποίησης
Η Ελλάδα δεν έχει κανένα περιθώριο αυτοσχεδιασμών και ιδεοληψιών στην παραπέρα ενσωμάτωσή της στην παγκόσμια οικονομία. Το στοίχημα για τ...
Η Ελλάδα δεν έχει κανένα περιθώριο αυτοσχεδιασμών και ιδεοληψιών στην παραπέρα ενσωμάτωσή της στην παγκόσμια οικονομία. Το στοίχημα για τον Κ. Μητσοτάκη. Γράφει ο Αθ. Χ. Παπανδρόπουλος.
Φαινόμενο με 1.000 και πλέον χρόνια ζωής πίσω του, η παγκοσμιοποίηση στην ουσία είναι η φυσική εξέλιξη της ολοκλήρωσης των νομαδικών κοινωνιών, που αναζητούσαν χώρους εγκατάστασης, ανάπτυξης, ενίοτε δε και επέκτασης.
Στο πλαίσιο λοιπόν αυτό, μια αφηρημένη συζήτηση για ένα τόσο κρίσιμο θέμα, όπως η παγκοσμιοποίηση, που επηρεάζει άμεσα την οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα, στην ουσία συγκαλύπτει σοβαρές ιδεολογικο-πολιτικές επιλογές, με κρίσιμες επιπτώσεις στο πεδίο των κοινωνικο-οικονομικών σχέσεων και ισορροπιών.
Η διεθνής οικονομία της αγοράς, είτε μας αρέσει είτε όχι, οδηγεί σήμερα σε ρήξεις, οι επιπτώσεις των οποίων διαπερνούν σαρωτικά το πεδίο άσκησης πολιτικής, με την ευρύτερη δυνατή έννοια του όρου, της πολιτικής δηλαδή που παράγεται σε κάθε κοινωνικό επίπεδο, από το κράτος, τις πολιτικές δυνάμεις, το συνδικαλιστικό κίνημα, τις κοινωνικές πρακτικές, ή και από τους χώρους παραγωγής ιδεολογίας. Κατά τον καθηγητή Τάσο Γιαννίτση, πρώην υπουργό, στην παρούσα φάση της παγκοσμιοποίησης, παρατηρούνται, επίσης, τέσσερις τάσεις.
Πρώτον, είναι εμφανής η τάση διάσπασης μεταξύ οικονομικού και κοινωνικού στοιχείου στη λειτουργία της κοινωνίας, στην άσκηση της πολιτικής και στη λήψη αποφάσεων.
Δεύτερον, τα τελευταία χρόνια είμαστε αντιμέτωποι με ένα ραγδαίο μετασχηματισμό και με σοβαρές αλλαγές στα χαρακτηριστικά της οργάνωσης των οικονομιών στο εσωτερικό τους, αλλά και μεταξύ τους, στο πεδίο της διεθνούς οικονομίας. Οι αλλαγές αυτές είναι συνδεδεμένες με ριζικές καινοτομίες στον συσχετισμό δύναμης και στον καταμερισμό εργασίας μεταξύ κράτους, διεθνικών επιχειρήσεων και διεθνών οργάνων.
Τρίτον, μια σειρά από κρατικές λειτουργίες είτε μεταφέρονται σε όργανα υπερεθνικά (π.χ. σε όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή στον Διεθνή Οργανισμό Εμπορίου), είτε συρρικνώνονται για να υποκατασταθούν από μηχανισμούς της αγοράς (π.χ. κοινωνική ασφάλιση, εκπαίδευση, αστυνόμευση). Με τον τρόπο αυτό, όμως, η παγκοσμιοποίηση δημιουργεί περιορισμούς στις κρατικές λειτουργίες, χωρίς ταυτόχρονα να έχει δημιουργήσει επαρκείς διεθνείς ρυθμιστικούς μηχανισμούς.
Τέταρτον, έχουν δημιουργηθεί ισοπεδωτικές συνθήκες, που, με αφετηρία το παγκόσμιο σύστημα, συχνά παίρνουν τη μορφή καταναγκασμών και συνεπώς βρίσκονται έξω από τον άμεσο έλεγχο και την επίδραση των πρωταγωνιστών που λειτουργούν στο εσωτερικό μιας χώρας.
Πέρα λοιπόν από ιδεολογικότητες και υπερατομικευμένες ερμηνείες, η παγκοσμιοποίηση πρέπει να ιδωθεί, αρέσει δεν αρέσει, ως έκφραση ενός συνόλου αλλαγών που έχουν ήδη διαμορφώσει μια νέα και διαρκώς μεταβαλλόμενη πραγματικότητα:
- Μια ριζική τεχνολογική αλλαγή που οδηγεί στην ανάδειξη ενός νέου τεχνο-οικονομικού υποδείγματος, στηριγμένου στη γνώση, την πληροφόρηση, τη μικροηλεκτρονική, τη γρήγορη τεχνολογική ανανέωση και γενικότερα την ανάδειξη του τεχνολογικού ανταγωνισμού ως κεντρικής πηγής πλούτου και ως στοιχείου οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας στην παγκόσμια πυραμίδα δύναμης.
- Μια εκτεταμένη απελευθέρωση στη μετακίνηση κεφαλαίου, οι όροι ελέγχου του οποίου σε εθνικό επίπεδο μεταμορφώθηκαν ριζικά μετά την τελευταία χρηματοοικονομική κρίση.
- Τη συνεχή απελευθέρωση των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών, με την εισαγωγή του στοιχείου του διεθνούς ανταγωνισμού σε κλειστά μέχρι πρόσφατα συστήματα, όπως στις τηλεπικοινωνίες, στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, στις μεταφορές, στις τουριστικές υπηρεσίες, στις ασφάλειες, και στα επόμενα χρόνια με την απελευθέρωση του αγροτικού τομέα.
- Την ανάδειξη του ανταγωνισμοί των μισθών μεταξύ χωρών σε μηχανισμό πίεσης πάνω στον κλασικό μηχανισμό «αύξηση παραγωγικότητας - αύξηση μισθών», που στάθηκε για δεκαετίες κυρίαρχο χαρακτηριστικό στο μεταπολεμικό φορτικό αναπτυξιακό μοντέλο στις προηγμένες χώρες.
Σοβαρές μεταβολές στη λειτουργία του κράτους που εκδηλώνονται μέσα από τις εξής ειδικότερες σχέσεις:
- Μια πιο ισχυρή ενσωμάτωση του κράτους στον μηχανισμό των παγκοσμιοποιημένων αγορών κεφαλαίου.
- Μια αμφισβήτηση των ίδιων των αρχών λειτουργίας του κράτους και ιδιαίτερα με ισχυρές πιέσεις για συρρίκνωση των πολιτικών κοινωνικής συνοχής.
- Σοβαρές ανακατατάξεις δύναμης στο εσωτερικό της κρατικής εξουσίας, με αποδυνάμωση «παραγωγικών υπουργείων» και ισχυροποίηση των υπουργείων Οικονομικών και της Κεντρικής Τράπεζας.
Με όλες αυτές τις αλλαγές, η νέα παγκόσμια οικονομία της αγοράς αποτελεί σήμερα πηγή πολιτικής κρίσης, γιατί εκείνο που θέτει σε αμφισβήτηση είναι η δυνατότητα και η αποτελεσματικότητα ανάληψης πολιτικής όρασης απέναντι σ' ένα φαινόμενο, στην περιγραφή του οποίου δεν φαίνεται να υπάρχουν σοβαρές διαφορές.
Το γεγονός αυτό λοιπόν προκαλεί σοβαρές πολιτικές αναταραχές, ιδιαίτερα στις δυνάμεις του λαϊκισμού, οι οποίες επωφελούνται από τις κοινωνικές πιέσεις που συνεχώς εντείνονται στις αναπτυγμένες κυρίως κοινωνίες.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η κυβερνητική αλλαγή που σημειώθηκε στην Ελλάδα πριν δύο και πλέον μήνες είναι ιδιαίτερα σημαντική, γιατί τόσο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης όσο και αρκετά από τα στελέχη που τον περιβάλλουν, έχουν ιδίαν γνώση των εξελίξεων, τις παρακολουθούν από καιρό και από τα πρώτα τους βήματα, έδειξαν πως μπορούν να τις αντιμετωπίσουν.
Στο επίπεδο αυτό, λοιπόν, η ισχυροποίηση της οικονομικής βάσης που επιδιώκει η κυβέρνηση αποτελεί το κατ' εξοχήν εργαλείο αποτροπής ενός κλίματος κατήφειας και την καταπιεστικών συνεπειών του.
Πλην όμως, αν μείνει χωρίς αντίκρισμα η ήδη καλλιεργούμενη αισιοδοξία, η ζημιά για τη χώρα θα είναι δραματική.
Αθανάσιος Χ. ΠαπανδρόπουλοςΕπιμέλεια κειμένου – Μυρτώ Πανθέου
Πηγή : euro2day.gr