ΗΡΩΙΚΑ ΜΑΧΟΜΕΝΟΣ
Ένας ένας άρχισαν να σέρνονται προς τα κάτω με κάθε προφύλαξη. Οι φαντάροι άρχισαν να ελπίζουν πως θα κατόρθωναν επιτέλους να γυρίσουν π...
https://to-synoro.blogspot.com/2013/10/hroika-maxomenos.html?m=0
Ένας ένας άρχισαν να σέρνονται προς τα κάτω με κάθε προφύλαξη. Οι φαντάροι άρχισαν να ελπίζουν πως θα κατόρθωναν επιτέλους να γυρίσουν πίσω ζωντανοί. Σε λίγα λεπτά είχαν απομακρυνθεί αρκετά από τις ιταλικές θέσεις. Αυτή τους η ακινησία πάνω στο χιόνι, τους είχε μουδιάσει. Είχε παγώσει τα μέλη τους. Προχωρούσαν πάνω στο χιόνι που είχε καλύψει σχεδόν τα πάντα, όταν άκουσαν ομιλίες κάπου δεξιά, μέσα από μια συστάδα δέντρων.
- Σκορπιστείτε! Διέταξε μουλωχτά ο Στάθης. Ιταλοί!
Ένας πυροβολισμός ακούστηκε μαζί με μια λάμψη. Ο Κώτσαλης γονάτισε με μια κραυγή πόνου.
- Με φάγανε ρε παιδιά! Ακούσανε την πνιχτή αγωνιώδη φωνή του Κώτσαλη που ήταν πεσμένος πάνω στο χιόνι. Άρχισαν οι πυροβολισμοί και από τα δύο μέρη μέσα στην ησυχία της νύχτας. Ο υποδεκανέας Σταράκης κατρακύλησε γεμάτος αίματα προς τα κάτω, παρασύροντας μαζί του χιόνι.
- Διαλυθείτε! Δίνετε στόχο! Φώναξε ο Στάθης, πυροβολώντας εκεί όπου έβλεπε λάμψεις πυροβολισμών. Υποχωρήστε προς το λόφο!
Οι φαντάροι πυροβολώντας, άρχισαν να υποχωρούν. Ο Στάθης σήκωσε από χάμω τον τραυματισμένο Κώτσαλη και τον στήριξε πάνω του, ενώ συγχρόνως πυροβολούσε. Απομακρύνθηκαν μέσα στο σκοτάδι με γρήγορα βήματα. Οι Ιταλοί δεν φάνηκαν διατεθειμένοι να τους κυνηγήσουν προς τις θέσεις τους. Μόνο πυροβολούσαν, χωρίς αποτέλεσμα όμως, γιατί είχαν ήδη απομακρυνθεί πολύ. Ο Κώτσαλης στηριγμένος πάνω στους ώμους του Στάθη, βόγκαγε από τους πόνους.
-Έλα Σταύρο! Θα τα καταφέρεις! Λίγο έχουμε ακόμα. Να, εκεί πάνω είναι οι δικοί μας.
Οι άλλοι κοιτούσαν πίσω ανήσυχα, ήντουσαν λαχανιασμένοι.
- Θα ήταν καμία περίπολος τους. Ατυχία! Ποιοι, λείπουν;
- Ο υποδεκανέας Σταράκης, απάντησε κάποιος. Τον είδα να σκοτώνεται...
-Κρίμα! Μονολόγησε ο λοχίας. Λουκάτος! Βοήθησε τον ανθυπολογαχό να μεταφέρει τον Κώτσαλη.
Από δω και πέρα κανείς δεν ξαναμίλησε. Προχωρούσαν μόνο πάνω στο χιόνι, για να φτάσουν στις γραμμές τους, όσο γρηγορότερα μπορούσαν.
Ο Στάθης αισθανόταν πάνω του τον Κώτσαλη, που ολοένα και λιγότερο μπορούσε να προχωράει. Σε μια στιγμή, ο Κώτσαλης του ζήτησε να καθίσουν κάπου. Τον απίθωσε πάνω στο χιόνι.
- Κ. ανθυπολογαγέ... φοβάμαι... πως.. δεν.. θα προλάβω... να δω τη Ρώμη. Ακούστηκε η φωνή του Κώτσαλη, που σιγά-σιγά έσβηνε μέσα από τα ματωμένα στήθια του.
- Θα προλάβεις Σταύρο! Σε αφήνω εγώ;
- Όχι... το ξέρω.. η ζωή μου φεύγει... αχ!... τα παιδιά μου... Η Στέλλα... να τους πείτε.. πως...
ο Κώτσαλης συσπάστηκε και μετά έγειρε το κεφάλι του στο πλάι. Τα χέρια του έφυγαν από τους ώμους του Στάθη και έπεσαν άψυχα στο χιόνι.
Ο Στάθης έσφιξε τις γροθιές, του ήρθε να ουρλιάξει από πόνο, μα τον συγκράτησε η μορφή του νεκρού Κώτσαλη που τον κοιτούσε ίσια μέσα στα μάτια. Του έκλεισε απαλά το στόμα και τα βλέφαρα. Γύρω οι άλλοι έβγαλαν τα κράνη τους. Έσκυψε και τον φίλησε. Μα δεν ένιωθε μίσος για τους Ιταλούς, μόνο καταράστηκε... τον εαυτό του.
- Σκάψτε ένα λάκκο παιδιά, να θάψουμε το αδέρφι μας, είπε με γλυκιά φωνή, ενώ κάποιο δάκρυ έσταζε πάνω στο χιόνι, τρυπώντας το με τη ζεστασιά του.
-----------------------------
Απόσπασμα από την πρώτη ολοκληρωμένη νουβέλα, που έγραψα στην ηλικία των 18, με τον τίτλο "ΗΡΩΪΚΑ ΜΑΧΟΜΕΝΟΣ", και είχε ως κεντρικό της ήρωα έναν ανθυπολοχαγό στο Έπος του 1940.